Τρίτη 13 Αυγούστου 2019
Παρασκευή 9 Αυγούστου 2019
Αντίο Φίλε των Παιδικών μας Χρόνων
Ητανε αρχές του 60, δεν θυμάμαι αν ήταν το 62 ή το 63, λίγη
όμως σημασία έχει. Από τους πρώτους που φτάσαμε στο χωριό, ήταν τότε και ζήτημα
τιμής ποιος πρωτοήρθε γιατί σαν παλιότερος ήταν πιο Κονιακίτης. Ο Νίκος ήρθε κι
αυτός νωρίς και σε λίγες μέρες μαζευτήκαμε οι γνωστοί καμιά δεκαριά που κάθε
χρόνο περιμέναμε να ξανασμίξουμε, και φυσικά ενωθήκαμε με τα αδέρφια μας που
έμεναν ακόμη στο χωριό.
Ο Κώστας έμενε στη
γειτονιά πέρα από το ρέμα στο σπίτι του θείου του και δεν είχε ακόμη ανέβει.
Ηταν απ’ τους μόνιμους της καλοκαιριάτικης συντροφιάς στις καλοκαιριάτικες
περιπέτειές μας παρότι μικρότερος, και τον περιμέναμε να συμπληρωθεί η
συμμορία. Ήταν κι ο Κώστας ό Λάμπρος ο Λάκης, ο Νίκος ο Γιάννης ο Αποστόλης, ο
Χαράλαμπος, Γιώργος, ο Βαγγέλης, τους άλλους τους μεγαλύτερους δεν τους αναφέρω
γιατί όχι μόνο δεν μας έκαναν παρέα αλλά μας μοίραζαν και καμιά καρπαζιά άμα μας
εύρισκαν.
Δεκαετία του εξήντα! Πόσο τυχεροί ήμασταν φίλε Κώστα που τη ζήσαμε
μικρά παιδιά στο χωριό μας, και καθώς τέλειωνε τη ζήσαμε σαν νεαροί!! Πόσο
ευτυχισμένη γενιά, που είχαμε την τύχη να περνάμε τα καλοκαίρια μας στον
αγαπημένο εκείνο τόπο.
Αφού μαζευτήκαμε λοιπόν ξεκινήσαμε τις περιπέτειες μας από
κει που τις είχαμε αφήσει την τελευταία χρονιά.
Στη γειτονιά του Κώστα απάνω προς τον Κάναλο στο δάσος με τις πουρνάρες, στη μαζιά, ήταν μια
σημαντική σε μέγεθος σάρα που ήταν μέσα στους άθλους που μας περίμεναν κάθε
καλοκαίρι να αποτολμήσουμε την τσουλήθρα της. Παλιότερα την φοβόμασταν γιατί το
τέρμα της ποτέ δεν εγγυήθηκε το ομαλό σταμάτημα, αντίθετα υπήρχε σοβαρός
κίνδυνος να βρεθούμε στο δημόσιο δρόμο έχοντας μαζέψει κάμποσες γρατζουνιές, «ξεσφαϊάσματα»
τάλεγε η γιαγιά η οποία ποτέ δεν έδειχνε
επιείκεια στην τιμωρία που μας περίμενε.
Φέτος όμως δεν
φοβόμασταν την τσουλήθρα αυτή , ο μόνος
φόβος ήταν η καταστροφή των παντελονιών μας απ’ την τριβή , μια ζημιά
ανεπανόρθωτη επειδή τα ρούχα που μας συνόδευαν για να περάσουμε το καλοκαίρι ήταν
φτωχικά και περιορισμένα σε αριθμό. Κι αυτό το καταλάβαμε σύντομα όταν είχαμε τις
πρώτες απώλειες,
Λίγες ημέρες αργότερα ήρθε κι ένας άλλος της ηλικίας μας στο
χωριό, έμενε στην κάτω γειτονιά στα Βωττέϊκα , δεν έχει σημασία πως τον έλεγαν.
Τούτος λοιπόν χωρίς παρέα μοναχικός περπάταγε στο δημόσιο δρόμο στην Κάτω Βρύση
μέχρι το σπίτι του Κώστα, και γύριζε πίσω. Εκεί γνώρισε τον Κώστα και χάρηκε ο «χλιβερός»
που βρήκε συνομήλικο του να κάνει παρέα χωρίς βέβαια να γνωρίζει τις δοκιμασίες
που έπρεπε να περάσει για να γίνει αποδεκτός στην συμμορία. Ο Κώστας μας ανακοίνωσε τα νέα και μας τον
σύστησε. Ήταν καλοντυμένος, καθαρός με το παντελονάκι του ατσαλάκωτο, τις κάλτσες
και τα παπούτσια καινούργια.
Τον κοιτάξαμε όλοι με κάποια περιφρόνηση ίσως και κάμποση
ζήλεια, αλλά ας μην είμαστε αυστηροί με τους εαυτούς μας.
Ο Κώστας του ανακοίνωσε σοβαρός ότι δεν μπορεί να γίνει
δεκτός στην παρέα γιατί εμείς όλοι ήμασταν με σκισμένα παντελόνια και παπούτσια
από τους ηρωισμούς μας κι αυτός ήταν του κουτιού. Τον πήρε το παράπονο τον
κακομοίρη και προσφέρθηκε να γίνει
γρήγορα σαν κι εμάς προκειμένου να ενταχθεί στην ομάδα. Ανέλαβε ο Κώστας την
αποστολή να τον μεταμορφώσει, και ανεβήκαμε όλοι στη σάρα για να ξεκινήσει
τσουλήθρα να δούμε πόσο αντέχει ο ίδιος και τα ρούχα του. Μέχρι που άρχισαν να
κυλλάνε τα βασιλέματα στη Γκιώνα και να επιστρέφουν οι «ζυγουρολόγοι» από την
Αγία Κυριακή και την Πυρογλιά, ο φίλος μας είχε σκίσει το παντελόνι είχε
γεμίσει γρατζουνιές παντού τα μάγουλα κατακόκκινα απ την προσπάθεια και το
πρόσωπο τρισευτυχισμένο που η δοκιμασία είχε καλό τέλος. Ήταν η μέρα που η
παρέα μας μεγάλωσε και ήμασταν όλοι περήφανοι μα πιο πολύ ο Κώστας που είχε την
οργάνωση και εποπτεία του όλου εγχειρήματος.
Αγαπημένε φίλε των παιδικών μας χρόνων στο χωριό μας, κομμάτι
της δικής μας παρέας, της δικής μας ζωής, έφυγες μαζί με τα χρόνια εκείνα,
πήγες να συναντήσεις το Γιάννη το βαφτισιμιό του πατέρα σου, το Γιώργο, το
Βαγγέλη. Το Μίλτο. Και τον άλλο Μίλτο, να θυμηθείτε τα χρόνια της αθωότητας να
θυμηθείτε τις σκανταλιές τις καλοκαιριάτικες να θυμηθείτε πόσο όμορφα έκλειναν
τα μάτια πριν ακόμα σκεπαστούμε απ’ τη γλυκιά σκέψη της μέρας που πέρασε. Πάντα
η συντροφιά εκείνη θα είναι ζωντανή όσο θα είμαστε και οι υπόλοιποι. Καλό σου
ταξίδι και μην ξεχάσετε να θυμηθείτε όσα μαζί περάσαμε.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)