Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Τα βρεγμένα..

Ούτε να κρυφτείς μπορείς ούτε να πεις ψέματα μετά από τέτοια εξέλιξη . Τώρα πια σημασία είχε να μαζέψουμε όσο πιο πολλά από τα κομμάτια της καταστροφής μπορούσαμε για να έχουμε ένα αξιοπρεπές απόγευμα και μια ανώδυνη επιστροφή στο χωριό. Πως άραγε θα μας αντιμετώπιζε η γιαγιά;
Βγάλαμε τα βρεγμένα, τα απιθώσαμε σε μια μεγάλη πέτρα να τα βλέπει ο ήλιος και πιάσαμε μιάν άκρη μακριά από τυχόν βλέμματα αλλά και κοντά στα βρεγμένα μη μας τα πάρει το ρέμα και τότε η καταστροφή θα ήταν ολοκληρωτική. Και κάτσαμε εκεί αμίλητοι πανικόβλητοι αλλά αποφασισμένοι να ξεπεράσουμε την ατυχία. Τα ρούχα βέβαια δεν στεγνώνουν τόσο γρήγορα κι ο χρόνος μας ο κρυφός κλεμμένος χρόνος από κει πούπρεπε νάμαστε και από κείνο πούπρεπε να κάνουμε ήταν ανύπαρκτος. Η κάθοδος δε και ενός κοπαδιού από την απέναντι μεριά με τη συνοδεία δυό σκυλιών που μας πήραν χαμπάρι και άρχισαν να γαβγίζουν ερχόμενα προς την μεριά μας  την απελπισία μας γρήγορα μετέτρεψαν σε τρόμο. Μαύρες εικόνες ήρθαν στο μυαλό. Τρέξαμε πήραμε τα βρεγμένα και με άπειρη προσοχή διασχίσαμε το ποτάμι για να μην ξαναγλιστρήσουμε και βρέξουμε και ότι εν πάσει περιπτώσει είχε μείνει στεγνό, κι έτσι επιστρέψαμε στην απέναντι όχθη όπου είχαμε τα παπούτσια. Το να ξαναέπεφτε κάποιος μέσα πλέον δεν λογιζόταν όπως την πρώτη φορά, σάμπως ο βρεγμένος τη φοβάται τη βροχή!

Σάββατο 17 Μαρτίου 2012

Η βουτιά..

Τα παιδικά μάτια γέμιζαν εικόνες, και ήχους και μυρουδιές και τα παιδικά χέρια ψηλαφούσαν αυτά που τα μάτια έβλεπαν. Απέναντι, σαν κοίταζες προς τα πάνω, το τεράστιο βουνό σου έκρυβε τον ουρανό, και κει ψηλά στις κορφές του το πέτρινο χρώμα γίνονταν γαλάζιο και ξεθώριαζε. Οι απότομες πλαγιές του σπαρμένες με λίγα αραιά δέντρα, κι ύστερα τα γυμνά του ύψη. Ύστερα αν κοίταζες προς το βοριά έβλεπες τον ήμερο κατάφυτο λόφο που άρχιζε απ’ τα Ισώματα και ανέβαινε προς την Ψηλόραχη να  οριοθετεί το ποτάμι  και στο βάθος η Καταβόθρα, η ελατοσκέπαστη Οίτη που φάνταζε απόμακρη μυστηριακή ήμερη. Στο νοτιά το βλέμμα σταμάταγε στους λόφους που έκρυβαν το Λιδωρίκι και πάντα άφηνε αναπάντητο το ερώτημα που βρίσκει δρόμο το νερό ανάμεσα σε τόσα βουνά.
Δεν μπορούσε κανείς να παραμείνει θεατής για πολύ ώρα, έπρεπε να επιχειρήσει, έπρεπε να διασχίσει το ποτάμι να βρεθεί στην άλλη όχθη να περιηγηθεί να ψάξει να δει πως είναι η εικόνα από την άλλη μεριά . Δεν ήθελε και πολύ σκέψη η απόφαση. Βγάλαμε τα παπούτσια μας και τις κάλτσες, τα ταχτοποιήσαμε πρόχειρα κάτω από μια πλατανόριζα που άφηνε αρκετό χώρο  από κάτω της. Βγάλαμε και τα πουλόβερ και τα ακουμπήσαμε κι αυτά εκεί δίπλα, και τα πουκάμισα, μείναμε με τις φανέλες. Βάλαμε τα πόδια στο νερό με κάποιο φόβο. Κάναμε ένα δυό βήματα και εκεί ήρθε η καταστροφή. Κανείς μας δεν ήξερε ότι οι πέτρες γλιστρούσαν τόσο πολύ και το μάθαμε με μια θεαματική βουτιά στο νερό ευτυχώς με κάθισμα βαθύ αρκετό όμως να βρέξει και το παντελονάκι και το εσώρουχο.

Πέμπτη 15 Μαρτίου 2012

Στην άκρη της ποταμιάς..

Η πρόσφυση των παπουτσιών στα μεγάλα βότσαλα που σχημάτιζαν την κοίτη του ρέματος ήταν σχετικά ασφαλής, η διάβαση όμως ανάμεσα στα πεσμένα κλαριά απ’ τα πλατάνια, ήθελε πιο μεγάλη δεξιοτεχνία, παρόλα ταύτα όλα ήταν κατορθωτά μέχρι που το  μέγα αυλάκι αποτελούσε το τελευταίο εμπόδιο πριν φτάσουμε στις παρυφές της ποταμιάς. Από τον ένα όχθο στον άλλο ήταν ένας σάλτος, καλοζυγισμένος, και τα πατήματα θάπρεπε νάναι στέρεα μην κυλήσουμε μέσα γιατί τότε θα έρχονταν η απόλυτη καταστροφή. Και το ζύγισμα αυτό και το σημάδεμα του περάσματος έπρεπε να γίνουν με ακρίβεια γιατί υπήρχε και η επιστροφή.
Καλά και όμορφα όλα αυτά αλλά δεν ήταν παρά ο απολογισμός της περιπέτειας, η εκ των υστέρων, γιατί όσο η διαδικασία ήταν σε εξέλιξη δεν μπορούσες να σκεφτείς τόσες πολλές λεπτομέρειες κι ας έφερνες σε κίνδυνο το όλο εγχείρημα. Ο σάλτος ήταν πετυχημένος και το μέγα αυλάκι ήταν ήδη πίσω μας. Περνάγαμε και το τελευταίο περιβόλι του μπάρμπα Γιάννη κι από κάτω τα πλατάνια πυκνά σε παράταξη με τις ρίζες μέσα και δίπλα στο νερό, έκρυβαν το ποτάμι κι ο ήχος απ΄το νερό που κατέβαινε από ψηλά προκαλούσε εκτός από την περιέργεια και ένα μικρό φόβο. Η μεριά που φτάσαμε ήταν ψηλά μακριά από την κοίτη και γιαυτό προχωρήσαμε λίγο πιο πέρα συναντήσαμε το ρέμα που κατέβαινε ομαλά στο ποτάμι και βγήκαμε στο σημείο όπου το εύρος του ήταν πολύ μεγάλο έφτανε στην άλλη μεριά μέχρι τη Γκιώνα. Απ τη μεριά μας στην «ενεργό» κοίτη κυλούσε μια σημαντική ποσότητα νερού που εκεί που βρισκόμασταν στο πλάτωμα ήταν ρηχή και έτσι μπορούσαμε να τη διαβούμε. Η υπόλοιπη κοίτη που δεν είχε νερό λαμποκοπούσε κάτασπρη στον απογευματιάτικο ήλιο καθώς αντανακλούσε το φως στις γυαλισμένες όψεις απ΄τα βότσαλα που τη σχημάτιζαν.

Κυριακή 11 Μαρτίου 2012

Λίγο πριν την απόφαση...

Πως σκαρφίζεσαι να ξεφύγεις απ’ την προσοχή εκείνου που σε προσέχει και να κατέβεις λίγο πιο κάτω, εκεί που πλησιάζεις αλλά δεν φτάνεις ποτέ. Δεν είναι βέβαια μόνο η επιτήρηση, είναι και η έννοια πως κάνεις κάτι που δεν θα έπρεπε. Είναι οι κανόνες λοιπόν που έμπαιναν στη ζωή μας από τα χρόνια εκείνα και σιγά σιγά γίνονταν δικό μας «εσωτερικό δίκαιο» που θα μας καθοδηγούσε στον υπόλοιπο δρόμο μας. Οι απαγορεύσεις, οι κανόνες, η παιδική ηλικία, η επιθυμία να κάνουμε κάτι περισσότερο απ’ τα συνηθισμένα τα καθημερινά, η εξέλιξη, η φυγή ένα βήμα πιο πέρα  αυτό που λένε ωριμότητα είναι ένα παιχνίδι που κερδίζεται καθημερινά. Όλα τα στοιχεία του παιχνιδιού αυτού είναι οι ελευθερίες και οι απαγορεύσεις, οι επιθυμίες μας κι οι επιθυμίες των άλλων, τα τυχαία γεγονότα ο περίγυρος οι αισθήσεις και τα αισθήματα. Κι αν κανείς θα ήθελε να δώσει βάρος περισσότερο σε κάποιο απ’ αυτά θα έλεγα πως τα αισθήματα που είναι τόσα πολλά στην δεύτερη παιδική ηλικία είναι εκείνα που θα φτιάσουν τους ισχυρούς δεσμούς της υπόλοιπης ζωής την ωριμότητα της επόμενης φάσης.
Κοντό παντελονάκι, κάλτσα κοντή παπούτσια πάνινα με λαστιχένια σόλα, πολύ φινετσάτα για τις στράτες και τις σάρες που συνηθίζαμε να τρέχουμε. Παπούτσια με πολύ μικρό χρόνο ζωής χωρίς πρόβλεψη αντικατάστασης για όλο το καλοκαίρι, την αξία τους όμως και την καλή χρήση που έπρεπε να τους επιφυλάξουμε την καταλαβαίναμε όταν η φθορά τους γινόταν σχεδόν ανεπανόρθωτη πριν τελειώσει το καλοκαίρι, και δεν ήταν η μοναδική φθορά.