Περασμένο
μεσημέρι κι η υπόλοιπη παρέα έφτασε στο χωριό. Τους είχε οδηγήσει ο αδερφός μου
και αφού στάθμευσαν το αυτοκίνητο, ανέβηκαν στο μαγαζί όπου τους περιμέναμε εγώ
με το Νίκο.
Ο Αλέκος μετά τις συστάσεις
έφερε κονιάκ σε όλους καθίσαμε γύρω απ’ τη σόμπα που ζέσταινε το χώρο κι
αρχίσαμε τα αστεία και τα σχέδια για το πώς θα περάσουμε τις υπόλοιπες ημέρες.
Συνεχίσαμε να ζεσταινόμαστε με τη σόμπα και το κονιάκ και να τρώμε τα στραγάλια
που μας έφερνε κάθε λίγο και ότι άλλο διέθετε σαν συνοδευτικό.
Αφού
συνεννοηθήκαμε το βράδυ να μας έχει εορταστικό δείπνο ανηφορίσαμε προς το σπίτι
της γιαγιάς, που ήταν άδειο μιας και είχε φύγει από καιρό για την Αθήνα, όπου και θα έμεναν οι περισσότεροι, προκειμένου να ταχτοποιηθούμε να
στρώσουμε τα σκεπάσματα να επιχειρήσουμε
να ανάψουμε το τζάκι και να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις της παραμονής μας
χωρίς απρόοπτα και να σχεδιάσουμε την επαναφορά του χώρου στην προηγούμενη κατάσταση του όταν
θα φεύγαμε.
Οι τρεις ξένοι, ο Νίκος κι ο Γιάννης θα μένανε εδώ κι εγώ θα
πήγαινα στην άλλη γιαγιά. Στρωματσάδα για τρείς κι οι άλλοι δυό στα κρεβάτια
ήταν μια καλή κατανομή. Βέβαια με την ανύπαρκτη στεγανότητα του σπιτιού το να
κοιμηθεί κανείς στρωματσάδα καθώς θα έμπαινε η Γκιώνα απ’ το κατώι θα ήταν μια
εμπειρία αλλά δεν μας έμενε άλλη επιλογή απ’ το να χρησιμοποιήσουμε ότι
βελέντζα υπήρχε προκειμένου να
δημιουργήσουμε ένα φράχτη στην παγωνιά που έμπαινε από το κατώι. Όπως αποδείχτηκε
τελικά, ο μεσαίος στη στρωματσάδα είχε το πρόβλημα καθώς οι δυό ακριανοί
τραβούσαν τα σκεπάσματα για να καλυφτούν όσο περισσότερο γίνεται και
δημιουργούσαν μια περίεργη «τέντα» πάνω απ’ τον μεσαίο στερώντας του τη
δυνατότητα να σκεπαστεί κι αυτός σαν άνθρωπος.
Ο ένας από
τους ξένους μας, ο Νίκος ο μόνος από όλους μας που είχε μουστάκι, έκατσε
σταυροπόδι μπροστά στη φωτιά που καταφέραμε να ανάψουμε και συναρμολόγησε το
κλαρίνο που είχε πάρει απ’ τον Αλέκο και βάλθηκε να το φυσάει.
Το θέαμα στην
αρχή ήταν αστείο καθώς κοκκίνιζε και
έβγαζε ήχους παράταιρους προσποιούμενος τον κλαρινίστα. Η αρχική αστεία σκηνή
άρχισε να εκνευρίζει τους περισσότερους καθώς ο φίλος μας έχοντας πάρει στα
σοβαρά το ρόλο του συνέχιζε απτόητος να μας ξεκουφαίνει με τα στριγκλίσματα του
οργάνου, αδιαφορώντας για τις διαμαρτυρίες.
(α 5)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου