Η κάθοδος προς τη βρύση γίνονταν μέσα από χωράφια γεμάτα πέτρες που κάποια εποχή μακρινή ίσως ήταν φυτεμένα σιτάρι όπως και όλα τα χωράφια που κατέβαιναν σκαλωτά και καλά περιφραγμένα προς τους αμπούλους.
Η Τρίτη διαδρομή ήταν κατηφορική και έβγαζε σε μια κατολίσθηση μια σάρα με κοκκινόχωμα που ήταν αδύνατο να την κατέβει κανείς με οποιoδήποτε τρόπο εκτός από τσουλήθρα. Αυτή ήταν και η αγαπημένη μας τοποθεσία όπου απολαμβάναμε το πολύ αγαπητό στους πιτσιρικάδες σπορ την τσουλήθρας. Αν και έλειπαν τα όργανα που οι σύγχρονοι παιδότοποι διαθέτουν τα δικά μας εκείνα χρόνια όλα τα εξελιγμένα σήμερα όργανα είχαν τους προγόνους τους στα πρωτόγονα δικά μας παιχνίδια ένα απ’ τα οποία ήταν και η τσουλήθρα. Η πλαγιά εκείνη προϊόν πιθανότατα μιας κατολίσθησης άφηνε ένα κοίλωμα με κατακόκκινο λεπτό χώμα που επέτρεπε ένα άνετο ολίσθημα που ήθελε βέβαια ιδιαίτερες ικανότητες για να φρενάρεις και να μην πέσεις κατρακυλώντας στις πουρνάρες και στα κοτρόνια που έστεκαν στην άκρη της πλαγιάς. Ο τόπος αυτός αποτέλεσε ένα από τα πιο αγαπητά μέρη της συμμορίας μας τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του εξήντα. Παντελόνια σκίστηκαν, γόνατα γρατζουνίστηκαν κεφάλια άνοιξαν, μούτρα ιδροκοπημένα έμοιαζαν με ινδιάνους καθώς το κοκκινόχωμα μας έκανε κατακόκκινους και με το χαμόγελο της ικανοποίησης στα χείλη επιστρέφαμε σπίτι χωρίς να μπορούμε να φανταστούμε τις συνέπειες από την γιαγιά. Τα χρόνια εκείνα πριν περάσει μήνας στο χωριό μέναμε από ρούχα καθώς οι καθημερινές μας περιπέτειες είχαν σημαντικότατες φθορές σε υλικό.
Εκεί δε που οι απώλειες ήταν σημαντικές ήταν οι απόπειρες να πάμε στο ποτάμι για ψάρεμα. Γι αυτά όμως θα μιλήσουμε αργότερα.
(3)