Ούτε να κρυφτείς μπορείς ούτε να πεις ψέματα μετά από τέτοια εξέλιξη . Τώρα πια σημασία είχε να μαζέψουμε όσο πιο πολλά από τα κομμάτια της καταστροφής μπορούσαμε για να έχουμε ένα αξιοπρεπές απόγευμα και μια ανώδυνη επιστροφή στο χωριό. Πως άραγε θα μας αντιμετώπιζε η γιαγιά;
Βγάλαμε τα βρεγμένα, τα απιθώσαμε σε μια μεγάλη πέτρα να τα βλέπει ο ήλιος και πιάσαμε μιάν άκρη μακριά από τυχόν βλέμματα αλλά και κοντά στα βρεγμένα μη μας τα πάρει το ρέμα και τότε η καταστροφή θα ήταν ολοκληρωτική. Και κάτσαμε εκεί αμίλητοι πανικόβλητοι αλλά αποφασισμένοι να ξεπεράσουμε την ατυχία. Τα ρούχα βέβαια δεν στεγνώνουν τόσο γρήγορα κι ο χρόνος μας ο κρυφός κλεμμένος χρόνος από κει πούπρεπε νάμαστε και από κείνο πούπρεπε να κάνουμε ήταν ανύπαρκτος. Η κάθοδος δε και ενός κοπαδιού από την απέναντι μεριά με τη συνοδεία δυό σκυλιών που μας πήραν χαμπάρι και άρχισαν να γαβγίζουν ερχόμενα προς την μεριά μας την απελπισία μας γρήγορα μετέτρεψαν σε τρόμο. Μαύρες εικόνες ήρθαν στο μυαλό. Τρέξαμε πήραμε τα βρεγμένα και με άπειρη προσοχή διασχίσαμε το ποτάμι για να μην ξαναγλιστρήσουμε και βρέξουμε και ότι εν πάσει περιπτώσει είχε μείνει στεγνό, κι έτσι επιστρέψαμε στην απέναντι όχθη όπου είχαμε τα παπούτσια. Το να ξαναέπεφτε κάποιος μέσα πλέον δεν λογιζόταν όπως την πρώτη φορά, σάμπως ο βρεγμένος τη φοβάται τη βροχή!