Παρασκευή 29 Μαρτίου 2013

Αρχίζουμε..

Ο μπάρμπα Γιάννης ο Μαρκόϊαννος ανηφόριζε απ΄τα παλιόμανταρα και συναντηθήκαμε λίγο πάνω απ’ τις Βρίζες. Σταμάτησε και μας περίμενε. Σαν σιμώσαμε και μας είδε όλη την κομπανία να κατηφορίζει με τα παράταιρα άρματα έκατσε ακουμπώντας στην γκλίτσα του με τα δυό χέρια και φέρνοντας την στο πρόσωπο με σοβαρό αλλά και ειρωνικό τρόπο μας καλημέρισε και με προσποιητό ενδιαφέρον μας ρώτησε που πάμε με τα τσαπιά και τα φτυάρια στους ώμους.
"Πάμε για ψάρεμα Μπαρμπαγιάννη".
Το χαμόγελό του και η ειρωνική επιδοκιμασία του θα μου μείνουν αξέχαστες καθώς οι μεγάλοι αναγκάστηκαν να του εξηγήσουν τα σχέδια του ψαρέματος που δικαιολογούσαν το συγκεκριμένο εξοπλισμό που ταίριαζε περισσότερο σε εργάτες οδοποιίας παρά σε ψαράδες. Θα κόβαμε το ρου του ποταμιού όπου αυτό προσφέρονταν και από την κάτω μεριά με τις λινάτσες θα περιμέναμε τη σοδειά. Καλή στρατηγική αλλά έπασχε σε πολλά σημεία όπως η πράξη έμελε να αποδείξει. Οι ευχές του για καλή ψαριά έμοιαζαν ειλικρινείς παρόλη την έκπληξη που έδειξε, και θα περίμενε μ’ ενδιαφέρον το αποτέλεσμα της εκστρατείας.Δεν θυμάμαι αν μαζί μας ήταν κι ο Μήτσος ο γιός του Μπαρμπαγιάννη. Βλέποντας όλο αυτό το σχηματισμό είχα την απορία για τον τρόπο που θα γινόταν το ψάρεμα απ’ την άλλη όμως εμπιστευόμουν τους μεγαλύτερους πιστεύοντας ότι η τεχνική τους είναι δοκιμασμένη. Ακουγα πως οι Λευκαδιώτες με επικεφαλής το Γιώργη τον Κρικέλα είχαν με μια αλλαγή της ροής του ποταμιού μαζέψει πολλά ψάρια, και ήμουν σχεδόν βέβαιος για την αποτελεσματικότητα της μεθόδου και δεν είχα παρά να περιμένω.
 Η ομάδα πλησίαζε στη γέφυρα. Ο ήλιος θα αργούσε ακόμα να φτάσει αλλά κι αν έφτανε δύσκολα θα πέρναγε τα βαθύσκιωτα πλατάνια μέχρι τουλάχιστον να φτάσουμε στο σημείο που η κοίτη του ποταμού ήταν ένα μικρό αυλάκι στη σύγκριση με το πλάτωμα. Εκεί είπαν οι πιο έμπειροι πως θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε τις τεχνικές μας. Το ποτάμι κάτω απ’ το γεφύρι κυλούσε καλοκαιριάτικο στη μοναδική του στενή κοίτη σχετικά ήρεμο. Εδώ το μέρος δεν προσφερόταν για επιχείρηση γι αυτό με τα άρματα στον ώμο ξεκινήσαμε ανηφορίζοντας. Εκεί περνώντας τ’ Αϊβάτι όπου η κοίτη μεγάλωνε κι απλωνόταν αρχίσαμε να επεξεργαζόμαστε ποιο κομμάτι θα μπορούσαμε να αποκόψουμε απ’ τη ροή του.
Ο Δημητράκης βρήκε μια μεγάλη μπαρούκα έκατσε στην κορφή μιάς πέτρας, έλυσε το καλάμι του το αρμάτωσε έβαλε κάποιο δόλωμα και άρχισε να ψαρεύει με τον γνωστό ορθόδοξο τρόπο που όλοι ήξεραν για το ψάρεμα. Εμείς οι υπόλοιποι συνεχίσαμε ανηφορίζοντας για να βρούμε την κατάλληλη ροή που θα μπορούσαμε να εκτρέψουμε. Η περιέργεια απ’ τη μια και η αναμονή απ’ την άλλη δεν μας άφηναν να ξεκινήσουμε το γνωστό μέχρι τότε τρόπο ψαρέματος με τα χέρια κάτω απ’ τις πέτρες. Η ώρα περνούσε και το σημείο που θα γινόταν η μεγάλη παρέμβαση δεν είχε ακόμη βρεθεί. Ο ήλιος έκανε την εμφάνισή του και η πρωινή δροσιά ταχύτατα άρχισε να διαλύεται και τη θέση της έπαιρνε η καλοκαιριάτικη ζέστη υποφερτή στην αρχή στη συνέχεια όμως τα ρούχα ένα ένα άρχισαν να βγαίνουν.
(2)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου